Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

Ξέμεινα.

Είχα έναν αναπτήρα μπλε, ακόμη τον έχω. Τον είχα αφήσει να ξεκουραστεί, δίπλα από την καφέ θήκη του καπνού πάνω στο παλιοτικό καφέ τραπεζάκι. Ήταν, είναι ο μοναδικός που έχω πλέον έπειτα από καμιά δεκαριά που κόβαν βόλτες μέσα στο σπίτι. Και έτσι του έκανα όλα τα χατίρια. Τον έβγαζα βόλτα, τον άφηνα να ξεκουραστεί για καμιά ωρίτσα, τον άφηνα ακόμη και να τον χαϊδεύουν άλλα χέρια όσο η κουβέντα του αέρα προχωρούσε. Με έπιασε να βάλω σκούπα. Ηλεκτρική. Την κόκκινη που δουλεύει, όχι την γκρι, η οποία και αυτή μπορεί να δουλεύει αλλά δεν την έχω τσεκάρει ποτέ τόσους μήνες. Ως καθαρά αναβλητικός χαρακτήρας την αφήνω πάντα για την επόμενη φορά. Σκούπισα πέρα, σκούπισα δώθε, σκούπισα παρακήθε, και μου’κοψε να ανεβάσω τον σωλήνα της πάνω στο τραπεζάκι, κρυφά και διακριτικά. Τρόμαξε ο μπλε μόλις είδε τη ρουφήχτρα, και αυτή το κατάλαβε και τον ρούφηξε με τη μία μπροστά στα μάτια μου. Έκπληκτος. Να κοιτάζω την θήκη τη καφέ να μένει μόνη της, ξαφνικά. Και τα αυτιά μου να ακούν το γκλουπ-γκλουπ μέχρι να φτάσει ο μπλε στο χάρτινο στομάχι της κόκκινης. Την έκλεισα, την εγχείρησα μέχρι να φτάσω στο στομάχι, και εκεί, έμεινα, φωνάζοντας στον μπλε να εμφανιστεί για να τον σώσω - για να με σώσει και αυτός από το πήγαινε-έλα στον αγέλαστο ψιλικατζή με το μεγάλο κενό στη κάτω γνάθο. Τίποτα. Ξέμεινα με τα σπίρτα του Κυριάκου, τα διαφημιστικά, που ήταν ξεχασμένα στο συρτάρι το γαλάζιο, που είναι άσπρα πλέον και κρατούν αυτά παρέα στην καφέ θήκη, πάνω στο καφέ, παλιοτικό, τραπεζάκι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου